Showing posts with label απελπισία. Show all posts
Showing posts with label απελπισία. Show all posts

Κοινωνικός αυτοχειριασμός

Επειδή καλό είναι να παραμυθιαζόμαστε, αλλά ακόμη καλύτερο να ζούμε με την αλήθεια, ας καταλάβουμε ότι οι πρώτοι που βάζουμε πλάτες για να στηριχθεί το καθεστώς αυτό, είμαστε εμείς οι ίδιοι. Δε μας αρέσει, αλλά έτσι είναι.

Κάνουν απεργία και κινητοποιούνται δυναμικά οι εργαζόμενοι στη ΔΕΗ, αρχίζουμε οι υπόλοιποι «Αααααντε ρε το αρχίδι τον Φωτόπουλο, καλά να πάθουν». Κάνουν απεργία οι ταξιτζήδες «άαααααντε ρε, οι παλιοταρίφες, καλά να πάθουν».

Κάνουν απεργία οι εργαζόμενοι στην καθαριότητα...«άααααντε ρε τα κωλόπαιδα που παίρνουν τόσα επιδόματα, καλά να πάθουν». Κάνουν απεργία οι νοσοκομειακοί και καταλαμβάνουν το υπουργείο υγείας «άαααααααντε ρε, τους αλήτες που παίρνουν φακελάκια, καλά να πάθουν».

Κάνουν απεργία οι εφοριακοί «άαααααντε ρε τα καθίκια, που φτιάχνουν κώλο από τη μονιμότητα, καλά να πάθουν». Πάνε οι καθηγητές των ΑΕΙ να διαμαρτυρηθούν «άααααντε ρε που είναι συντεχνία και παίρνουν ένα κάρο λεφτά, καλά να πάθουν».

Κλείνουν την ΕΡΤ «άντε ρε τα τσατσόνια που ήταν τόσα χρόνια βολεμένα, καλά να πάθουν». Πάνε οι φοιτητές να διαμαρτυρηθούν «άααααντε ρε τα τσογλάνια που τρώνε τα λεφτά του μπαμπά τους και κρατάνε κλειστές τις σχολές, καλά να πάθουν».

Ε, ωραία, αν τελικά όλοι καλά να πάθουν, τότε πού είναι το πρόβλημα με τις αποφάσεις που παίρνει το καθεστώς; Προς τι η γκρίνια;

Αφού δικαίως κόβει μισθούς, προχωρά σε απολύσεις, ξεπουλάει Υγεία και Παιδεία, που είναι το πρόβλημα; Έχω αρχίσει να τρελαίνομαι. Νομίζω πλέον ότι οι Έλληνες αυτό ζητούσαν. Ένα τέτοιο καθεστώς που θα διορθώσει τις «αδικίες» που βασάνιζαν τη συνείδησή τους και γέμιζε με εφιάλτες το αίσθημα δικαίου τους.

Ξεφορτώνουν σκουπίδια στο Ελληνικό και πάνε να αντιδράσουν τρεις κι ο κούκος. Πάνε να κλείσουν τις χωματερές οι εργαζόμενοι στους Δήμους κι όταν φτάνουν τα ΜΑΤ βλέπουν όλο κι όλο 20 ανθρώπους. Κι ένα περιπολικό να πήγαινε μόνο του, θα το είχε τελειώσει το θέμα.

Οι άνεργοι και οι απολυμένοι, ούτε φωνή ούτε ακρόαση. Μόνο στην κριτική είναι κι αυτοί. «Άααααντε ρε που μιλάτε κι εσείς που έχετε δουλειά», λένε για όσους έχουν ακόμη δουλειά.

Εν πάση περιπτώσει, ποια θα μπορούσε να είναι η σπίθα που θα ξεσήκωνε την πολυαναμενόμενη «εξέγερση», «επανάσταση», «ξεσηκωμό»; Καμία, φυσικά. Ο ένας βλέπει στο πρόσωπο του άλλου έναν μαλάκα και τίποτα περισσότερο.

Δικαίως θα ρωτούσε κάποιος «και τι θες να κάνουμε; Να στηρίξουμε τις παθογένειες;». Το πιθανότερο είναι ότι αυτός που θα κάνει την ερώτηση ή μόλις δεν έκοψε απόδειξη σε πελάτη ή μόλις βγήκε από κατάστημα και δέχτηκε να πληρώσει μικρότερη τιμή και να μην πάρει απόδειξη.

Αλλά φυσικά αυτό δεν είναι παθογένεια. Αυτό είναι φυσιολογικό επειδή το κάνουμε εμείς «ε και τι θες μωρέ μαλάκα να κάνουμε τώρα;». Κατά τα λοιπά, θα πάει σπίτι του, θ’ ακούσει στις ειδήσεις για τη φοροδιαφυγή και θα αγανακτήσει.

Λες και η φοροδιαφυγή είναι απρόσωπη, γίνεται μόνη της. Λες και τα χρήματα που βγαίνουν παράνομα στο εξωτερικό καλλιεργούνται στα χωράφια και δεν έχουν περάσει από τα χέρια μου και τα χέρια σου.

Εν ολίγοις, πού πάμε; Στο διάολο, αυτό είναι το μόνο σίγουρο. Είναι τόσο αλληλοσυγκρουόμενα τα συμφέροντα των Ελλήνων που σήμερα αγανακτούν, ώστε δεν πρόκειται να τα βρουν μεταξύ τους.

Επίσης, δεν είναι μόνο η αφετηρία της αγανάκτησης που διαφέρει, είναι και το ζητούμενο αυτής της αγανάκτησης. Ο ένας θέλει να πέσει το καθεστώς για να έρθει η Ν.Δ., ο άλλος για να πάρει μεγαλύτερο ποσοστό ο ΣΥΡΙΖΑ, ο τρίτος για να παραμείνει το πελατειακό Δημόσιο αλλά να έχει δικό του γνωστό στη νέα κατάσταση, ο τέταρτος επειδή του κόπηκαν οι λαμογιές και δε μπορεί να ρίξει πολλά λέλουδα στον Ρέμο.

Υπάρχουν και κάποιοι ελάχιστοι ιδεολόγοι που θέλουν να αλλάξουν την κοινωνία και το πολιτικό σύστημα. Αυτοί μπορεί μεν να είναι τα καλύτερα παιδιά απ’ όλους μας, αλλά είναι οι άνθρωποι που στο τέλος θα φάνε τη μεγαλύτερη πίκρα γιατί θα ζήσουν στο πετσί τους το «Καληνύχτα Κεμάλ, αυτός ο κόσμος δε θα αλλάξει ποτέ.
Καληνύχτα…».

Από τους Έλληνες, ακόμη και αυτή την κρίσιμη ώρα, λείπει η αλληλεγγύη και η συντροφικότητα. Ο κάθε ένας ξεχωριστά και η κάθε επαγγελματική τάξη διεκδικεί τον τίτλο του πιο μεγάλου θύματος, ενώ βλέπει όλους τους υπόλοιπους σαν τους πιο βολεμένους.

Έτσι πάμε. Την αλήθεια να λέμε. Γι’ αυτό κι ο Βενιζέλος ακούγεται κάθε μέρα να λέει για μας «άαααααντε ρε, αφού είναι μαλάκες, καλά να πάθουν».
από το ΚΑΡΤΕΣΙΟΣ
Σχόλιο apneagr: Αφιερωμένο στο φίλο μου τον Αντώνη.

Ξημέρωσε νύχτα

Είμαι στα 37 μου.

Δουλεύω απ' τα 16 μου.

Στην Αθήνα ζω απ' τα 24 μου.

Δε θυμάμαι εποχή που να 'χω μείνει για μεγάλο χρονικό διάστημα άνεργη. Θυμάμαι πολλές εποχές που βρέθηκα να κάνω δυο δουλειές ταυτόχρονα. Τα τελευταία οκτώ χρόνια για παράδειγμα. Θυμάμαι εποχές που τα πράγματα ήταν καλά, κι άλλες που ήταν δύσκολα και στριμωγμένα. Ποτέ μου όμως, ούτε στις πιο άγριες "πείνες" των φοιτητικών μου χρόνων, δε βρέθηκα στην κατάσταση που είμαι τώρα.

Δεκατρία χρόνια σ' αυτή την πόλη, δούλεψα, μόχθησα, στάθηκα στα πόδια μου, αλλά τώρα πια παράδωσα τα όπλα.

Είμαι δέκα μήνες άνεργη. Γνωρίζοντας από νωρίτερα πως θα...χάσω τη δουλειά μου, άρχισα να ψάχνω από πέρυσι το Πάσχα. Έστειλα 120 περίπου βιογραφικά σ' αυτό το διάστημα, σε διάφορες δουλειές, και καμιά 35αριά σε εκδοτικούς οίκους για μετάφραση.

Πήρα δύο απαντήσεις από εκδοτικούς οίκους, οι οποίοι με ενημέρωναν πως δεν χρειάζονται συνεργάτες.

Οι υπόλοιποι 153 προφανώς λυπήθηκαν το χρόνο που χρειάζεται να στείλεις ένα απορριπτικό email.

Για πρώτη φορά στη ζωή μου αντιμετωπίζω μια έξωση στο τέλος του τρέχοντος μήνα. Η σπιτονοικοκυρά έχει αφρίσει και πλέον θα μιλάμε με τους δικηγόρους της. Έχει δίκιο φυσικά. Τα λεφτά της θέλει, δεν είναι φιλανθρωπικό ίδρυμα. Τα 8 χρόνια που μένω στο σπίτι της και το ότι ποτέ δεν της καθυστέρησα ή έφαγα νοίκια, δεν παίζουν κανένα ρόλο. Ούτε οι εργασίες που έκανα στο σπίτι με δικά μου έξοδα και κόπο. Άλλωστε όπως είπε κι η ίδια, "δεν έχω πια αξιοπρέπεια", κι όπως υπερθεμάτισε η κόρη της "είμαι απατεώνας που ζω εις βάρος τρίτων".

Οι μεταφορείς που ήρθαν για να μου δώσουν τιμή για μετακόμιση και αποθήκευση μου ζήτησαν 150 ευρώ μηνιαίως για αποθήκευση σε κοντέινερ τους και 600-750 για τη μετακόμιση μέχρι την αποθήκη. Για μετακόμιση ως το πατρικό μου στο Βόλο μου ζητούν περίπου 1200 ευρώ.

Δεν έχω τα χρήματα ούτε για το ένα, ούτε για το άλλο. Ακόμη κι αν έβρισκα τα χρήματα για τη μετακόμιση ως το Βόλο, η μητέρα μου ζει σ' ένα μικρό διαμέρισμα των 40 τετραγωνικών όπου μετά βίας να χωρέσω εγώ κι ο υπολογιστής μου, ίσως και κάποια από τα ρούχα μου.

Όλα τα υπόλοιπά μου πράγματα, το νοικοκυριό 10 και βάλε χρόνων, θα πάει πιθανόν για βρούβες.

Η εφορία μου ζητά τα 300 ευρώ του φόρου επιτηδεύματος κι ο τόκος τρέχει 3% το μήνα. Η ΔΕΗ σε λίγο θα μου στείλει το τελευταίο μπουγιουρντί ενώ υπολόγισα πως ο φόρος που θα μπει ενσωματωμένος θα είναι περίπου 420 ευρώ.

Το τελευταίο δίμηνο του ΤΕΒΕ το πλήρωσα με αίμα και κυριολεκτικά τελευταία στιγμή.

Η επόμενη πληρωμή στο τέλος του Νοέμβρη δε θα γίνει. Η τρέχουσα εισφορά μου είναι 640 ευρώ, αλλά εγώ είμαι χωρίς μετάφραση.

Η εταιρεία με την οποία συνεργάζομαι μου δήλωσε πως δεν ξέρουν αν και πότε θα μου ξαναδώσουν δουλειά και πως δεν μπορούν να μου εγγυηθούν πως θα έχω σταθερή συνεργασία μαζί τους. Σε περίπτωση που είχα, αυτή η σταθερή συνεργασία θα μου απέφερε το αστρονομικό ποσό των 420 ευρώ το μήνα. Για την ώρα όμως, δεν υπάρχει ούτε αυτό το δεδομένο.

Η πόλη στην οποία έζησα δεκατρία χρόνια τώρα, με φτύνει στο περιθώριο σαν σκουπίδι.

Είμαι δειλή για να δώσω μια και να πηδήξω απ' το μπαλκόνι, και ζει ακόμα η μάνα μου, δεν της αξίζουν τέτοιες καράφλες στα ογδόντα της.

Δεν ξέρω ούτε πού θα πάω, ούτε πού θα σταθώ. Για πρώτη φορά στη ζωή μου νιώθω κυριολεκτικά επί ξύλου κρεμάμενη, χωρίς τόπο να πατήσω και να κρατηθώ.

Κι εντάξει, εγώ πάω στο διάολο, κι όλα έφτασαν στο τέλος.

Όμως δεν αντέχω λεπτό στη σκέψη πως δεν μπορώ να βολέψω κάπου τα ζωντανά μου. Η Λούνα, ο Κανέλλος κι ο Τσίκος δε φταίνε σε τίποτα. Τα μεγάλωσα όλα από μια σταλιά, η Λούνα πλησιάζει τα δέκα χρόνια της και δεν έχει ζήσει στο δρόμο ούτε μια μέρα απ' τη ζωή της. Πού θα πάνε αυτά τα ζώα; Τι θ' απογίνουν;

Πώς να τα γλιτώσω και πώς να τα εξασφαλίσω; Πόσα θα προλάβω να κάνω μέχρι το τέλος του μήνα;

Έχω απελπιστεί κι έχω βυθιστεί στην απόγνωση. Όσες καβάτζες υπομονής και κουράγιου είχα έχουν εξανεμιστεί.

Και φως δε βλέπω πουθενά.

Ξημέρωσε κι είναι νύχτα...

Ζητείται Έλληνας κηπουρός στα Τίρανα...

Μας πέρασε και η Αλβανία στην ανταγωνιστικότητα. Δεν συζητάμε για Μποτσουάνα και άλλες αφρικανικές υπερδυνάμεις. Αλλά για την Αλβανία και την πΓΔΜ! Προσωπικά δεν έχω κάτι με τους ανθρώπους και τους εύχομαι ολόψυχα κάθε επιτυχία. Την συνέχεια, όμως, την αντιλαμβάνεστε. Το βλέπω ήδη! Μικρή αγγελία: «Ζητείται κηπουρός για κήπο 400 τ.μ. στα Τίρανα, κατά προτίμηση Έλληνας. Παραμονή και σίτιση δωρεάν».

Αξίζει τιμή και δόξα σε όλους αυτούς τους Έλληνες που κατάφεραν με τη σοφή τους διακυβέρνηση να κάνουν πράξη την... ισότητα στους κόλπους της Βαλκανικής χερσονήσου. Ανέβηκαν οι άλλοι, κατρακυλήσαμε εμείς και κάπου στον δρόμο συναντηθήκαμε. Το «περίεργο» είναι ότι οι «άλλοι» δεν εκτίμησαν την ευγενική μας χειρονομία...

Κάποτε ήμασταν οι ισχυροί των Βαλκανίων. Το έλεγε ο κ. Σημίτης και συμφωνούσαν μαζί του και όλοι οι άλλοι. Σαν να λέμε οι μεγάλοι μάγκες του κάτω μαχαλά. Σήμερα κοντεύουμε να γίνουμε οι καρπαζοεισπράκτορες της περιοχής. Κι αυτό είναι βαρύ, δεν αντέχεται. Μπορείς να ανεχτείς μία σφαλιάρα στην πόλη, εκεί που δεν σε ξέρει κανείς. Αλλά στη γειτονιά σου, εκεί που μεγάλωσες; Κάθε σφαλιάρα μοιάζει με ακρωτηριασμό.

Τι συζητάμε; Την αξιοπρέπειά μας την έχουν ακρωτηριάσει εδώ και πολύ καιρό. Τα όνειρά μας, επίσης. Η διολίσθηση στο βούρκο δεν έχει τέλος...

Ποιος θα βάλει ένα φρένο; Τουλάχιστον αυτό, ένα φρένο. Διότι το κόστος αυτής της κρίσης δεν θα είναι μόνο οικονομικό. Θα είναι και Εθνικό. Θα κάνουμε πολλά χρόνια να σηκώσουμε κεφάλι, με ό,τι αυτό συνεπάγεται για όλους μας και για τον κάθε έναν από εμάς ξεχωριστά. Εκτός κι αν πιστεύει κανείς ότι είναι εύκολο να μεταναστεύσουμε ομαδικά...

Το εντελώς απαράδεκτο σε όλη αυτή την ιστορία είναι ότι εξακολουθούμε και συζητάμε για ανούσια πράγματα. Εδώ και χρόνια περνά απαρατήρητο από την ελληνική κοινωνία ότι χάνουμε συνεχώς σε ανταγωνιστικότητα. Στις προηγούμενες εκθέσεις δεν είχε ιδρώσει το αυτί μας. Γιατί να πιστέψουμε ότι θα ιδρώσει τώρα;
γράφει ο Θανάσης Μαυρίδης
από το capital
Μία ανάλογη έκθεση είχε σταθεί τον Νοέμβριο του 2007 η αφορμή για ένα άλλο άρθρο με τίτλο «Οικονομικοί μετανάστες του μέλλοντος». Διαβάζοντάς το πάλι και πάλι, αναρωτιέμαι! Ένας πολιτικός δεν βρέθηκε ακόμη να κάνει χαρακίρι; Εδώ και χρόνια φαινότανε προς τα πού πήγαινε το πράγμα. Τώρα είναι αργά για δάκρυα...

Διαβάστε ένα απόσπασμα...

Κι αν για κάτι έχω μετανιώσει είναι για ένα παλιότερο άρθρο που γράφτηκε τον Νοέμβριο του 2007 και με τίτλο «Οικονομικοί μετανάστες του μέλλοντος». Το άρθρο αναρωτιότανε πως θα ήταν τα πράγματα το 2020. Θα έπρεπε να αναφέρεται στο 2010 ή στο 2012: 

«Πως θα είναι τα πράγματα το 2020; Δεν ξέρουμε αν θα ταξιδεύουμε στον Άρη με ιδιωτικά μέσα. Ούτε αν θα κυκλοφορούμε στους δρόμους και θα μιλάμε στο τηλέφωνο με ενσωματωμένα μικροτσίπ στο αυτί μας. Αυτό που φαίνεται όμως βέβαιο, είναι πως ό,τι και να γίνει, η χώρα αυτή, η Ελλάδα μας, θα συνεχίσει να... αυτομαστιγώνεται. Διαβάστε μία επιστολή... επιστημονικής φαντασίας. Μία επιστολή του γιου που ζει στο Βουκουρέστι προς τον πατέρα του στην Αθήνα...

Βουκουρέστι, 2020
Αγαπητέ πατέρα,

Εδώ και λίγες μέρες εργάζομαι στην υπηρεσία ενός μεγάλου εμπόρου στο Βουκουρέστι. Κόπιασα πολύ να βρω αυτή τη δουλειά, αλλά τελικά όλα εξελίχθηκαν ικανοποιητικά. Μπορεί ο μισθός να μην είναι μεγάλος με βάση τα ρουμανικά στάνταρς, αλλά αρκετά μεγαλύτερος από την εργασία που άφησα στην Αθήνα. Με μία σχετική οικονομία θα μπορώ και εγώ να συνεισφέρω και στα δικά σας οικονομικά.
Πατέρα, εδώ οι άνθρωποι με δέχτηκαν με μία σχετική καχυποψία. Η αδελφή του εμπόρου, μάλιστα, είχε έρθει στην Ελλάδα όταν ήταν νέα. Τότε είχε πέσει το κομμουνιστικό καθεστώς και οι Ρουμάνοι έψαχναν για ένα καλύτερο αύριο. Μου είπε, λοιπόν, ότι δεν έχει καλές μνήμες από τη χώρα μας και αυτό με στεναχώρησε.

Κάναμε συζήτηση για λίγη ώρα και με τον έμπορα. Καλός άνθρωπος και άμεσος. Μου έκανε και λίγη κατήχηση: "Εσείς οι Έλληνες", μου είπε, "είχατε όλο τον κόσμο στα χέρια σας, αλλά δεν εκτιμήσατε την καλή σας τύχη. Δεν μπορώ να καταλάβω πώς κάνατε τόσο μεγάλο κακό στον εαυτό σας".

Πατέρα, δεν ξέρω πως θα εξελιχτούν τα πράγματα εδώ, αλλά είμαι αποφασισμένος να δουλέψω και να προκόψω. Ξέρω ότι θα είναι δύσκολα, αλλά πίσω δεν γυρίζω. Ξέρω ότι σε πίκρανε το φευγιό μου, αλλά πες μου τι άλλο θα μπορούσα να κάνω! Δουλειές εκεί δεν υπάρχουν, οι μισθοί είναι χαμηλοί και τα αγαθά πανάκριβα.

Θα σου φανεί παράξενο, αλλά περπατώντας χτες στην αγορά και έχοντας το πρώτο μου βδομαδιάτικο στην τσέπη, ένιωθα σαν να ήμουνα στη γη της επαγγελίας. Κάθισα σ΄ ένα μαγαζί και παρήγγειλα φαγητό. Είχα να το κάνω από τότε που βγήκαμε μαζί έξω για να γιορτάσουμε το πτυχίο μου. Τέλος πάντων, όλα πάνε καλά. Θέλω να είσαι ευτυχισμένος και να ξέρεις ότι όταν τα πράγματα θα φτιάξουν θα ήθελα να σε πάρω μαζί μου. Μου λείπεις...

Ο αγαπημένος σου γιος
Αθανάσιος».

Υπάρχει ένας Αντώνης παντού

Όλοι γνωρίζουμε τις σκηνές σε ταινίες γουέστερν λίγο πριν την μονομαχία των πρωταγωνιστών. Το πλάνο είναι μακρινό, ο αέρας παρασέρνει λίγα ξερόχορτα σηκώνοντας παράλληλα σκόνη στην ατμόσφαιρα και δεν υπάρχει ψυχή ζώσα σε ακτίνα 20 μέτρων. Αν αντικαταστήσουμε τα ξερόχορτα με μικροσκουπίδια που κείτονται στην άκρη του δρόμου, τότε έχουμε το σκηνικό της γειτονιάς μου τα πρωινά. Ακόμα και οι γάτες κρύβονται πίσω από τους κάδους απορριμμάτων. Έτσι λοιπόν, όταν πριν κάμποσους μήνες, περίπου κοντά στο Πάσχα, είδα έναν άνθρωπο στις 8 το πρωί μέσα στο αυτοκίνητό του, η έκπληξή μου ήταν μεγάλη. Κι έγινε ακόμη μεγαλύτερη όταν μου αποκάλυψε τον λόγο που βρισκόταν εκεί.

Το μάτι μου εντόπισε την παρουσία του την... τελευταία στιγμή λίγο πριν προσπεράσω το αυτοκίνητό του. Ένα βρώμικο κόκκινο Skoda με φαγωμένη τη βαφή στο καπό και δυο βαθουλώματα στο φτερό. Εκείνος είχε στηρίξει το κεφάλι του στο τιμόνι και τα χέρια του είχαν αγκαλιάσει το ταμπλό. Μου πήρε κάποια δευτερόλεπτα για να συνειδητοποιήσω τι ήταν αυτή η μάζα που είχε γίνει ένα με το εσωτερικό του αυτοκινήτου. Στάθηκα για λίγο περιμένοντας να σαλέψει αλλά τίποτα. “Κύριε, είστε καλά;” τον ρώτησα. Δεν αποκρίθηκε. Επέμεινα στην ερώτησή μου. Και πάλι τίποτα. Το παράθυρο από την μεριά του οδηγού ήταν ανοιχτό οπότε τον σκούντηξα στον ώμο. Στην αρχή ελαφρά μα καθώς δεν αντιδρούσε, όλο και πιο έντονα σε σημείο που θεωρείται αγένεια, έως ότου τελικά γύρισε και με κοίταξε σαν το νεογέννητο που προσπαθεί να ανοίξει τα μάτια του.

Έδειχνε ζαλισμένος και κουρασμένος με γένια λίγων ημερών να αγριεύουν το πρόσωπό του. Τον ρώτησα για άλλη μια φορά αν είναι καλά αλλά και πάλι δεν πήρα απάντηση. Έκατσα στο καπό του αυτοκινήτου ώστε να του δώσω χρόνο να ανακτήσει επαφή με το περιβάλλον. Τον παρατηρούσα καθώς το βλέμμα του σκάναρε τον χώρο στην προσπάθειά του να καταλάβει πού βρισκόταν. Μετά από αρκετή ώρα μου έγνεψε με το κεφάλι κάτι σαν “όλα καλά”. Βγήκε με αργές κινήσεις από το αυτοκίνητο κι έκατσε δίπλα μου στο καπό. Δεν μίλησε, είχε καρφώσει τα μάτια του απέναντι σε μία νερατζιά με κάτι πλαστικές σακούλες με σκουπίδια στη βάση της σαν καλλιτεχνική εγκατάσταση. Πρέπει να είχαν περάσει τουλάχιστον δέκα λεπτά, όταν αποφάσισε να ανοίξει το στόμα του. “Είμαι μια χαρά τώρα, ευχαριστώ” μου είπε. Πιάσαμε την κουβέντα αν και δεν ήταν εύκολο. Κάθε τόσο χανόταν στις σκέψεις του κι έπρεπε να επαναλάβω αυτό που έλεγα για να βρω ανταπόκριση.

Τον έλεγαν Αντώνη, 46 ετών και άνεργος για 5 μήνες. Το προηγούμενο βράδυ είχε βγει για να βρει δανεικά μα χωρίς αποτέλεσμα. Χρωστούσε τέσσερις δόσεις του στεγαστικού του δανείου και άλλες τόσες σε κάρτες. Ο λόγος που είχε αποκοιμηθεί στο αυτοκίνητο: Δεν άντεχε να ανέβει σπίτι και να πει στην γυναίκα του πως δεν κατάφερε να μαζέψει έστω και λίγα χρήματα. “Ντρέπομαι και δεν μπορώ να κάνω τίποτα για αυτό” μου είχε πει. Η κουβέντα μας διήρκησε λίγη ώρα ακόμη. Του πρότεινα να τον κεράσω ένα καφέ αλλά αρνήθηκε γιατί “έπρεπε να γυρίσει σπίτι καθώς η κυρά θα έχει τρελαθεί από την αγωνία της που έλειπε όλο το βράδυ απροειδοποίητα”. Χαιρετιστήκαμε και χωρίσαμε εκεί. Τόσο απλά κι αθόρυβα όπως γνωριστήκαμε.

Τον Αντώνη τον θυμήθηκα πάλι, καθώς διάβαζα για έναν 40χρονο, παραλίγο αυτόχειρα, που σώθηκε την τελευταία στιγμή από την αστυνομία και η εξήγηση που έδωσε είναι πως ντρεπόταν να αντικρίσει τον σπιτονοικοκύρη του, στον οποίο χρωστούσε ενοίκια και δεν μπορούσε να κρύβεται άλλο. Έρευνες δείχνουν πως οι αυτοκτονίες στη χώρα μας παρουσιάζουν αύξηση περίπου 40%, με τους ειδικούς να κάνουν λόγο πια για δύο αυτοκτονίες την ημέρα για το 2010, ενώ το 2009 ήταν μόλις μία. Η πλειονότητα των αυτόχειρων είναι οικογενειάρχες, ηλικίας 40-60 ετών που έχασαν τη δουλειά τους. Η αυτοκτονία στην προκειμένη περίπτωση, λένε οι ψυχολόγοι, πέρα από πράξη απελπισίας, είναι και μία πράξη τιμωρίας γιατί δεν κατάφεραν να ανταπεξέλθουν στις υποχρεώσεις τους, αλλά και λύτρωσης από το καθημερινό αίσθημα ενοχής.

Και μπορεί ο Αντώνης να μην είχε κάτι τέτοιο στο μυαλό του -κι ελπίζω να είναι καλά καθώς δεν τον έχω ξαναδεί έκτοτε- αλλά σκέφτομαι πώς μπορούμε να βοηθήσουμε και να στηρίξουμε τους συμπολίτες μας που βρίσκονται σε παρόμοια κατάσταση. Υποθέτω δείχνοντας το στοιχειώδες ενδιαφέρον, ακόμα και αν πρόκειται για αγνώστους, είναι μια καλή αρχή.
γράφει η Λουκρητία
από το protagon

Γιατί κανένας δεν μιλάει για την πατρίδα που χάνουμε;

Ζώντας κοσμοϊστορικές στιγμές που διαδραματίζονται σε οικονομικό επίπεδο τόσο στην Ελλάδα, όσο και στον υπόλοιπο πλανήτη κι ενώ τέθηκε ευθέως από επίσημα ευρωπαϊκά χείλη θέμα μείωσης της εθνικής μας κυριαρχίας, η κυβέρνηση Παπανδρέου αλλά και οι συναγελαζόμενοι με αυτήν εκδότες – δημοσιογράφοι και άλλοι τραγικοί, τηρούν στάση άκρας σιωπής για την άμεση απειλή μείωσης της εθνικής μας κυριαρχίας (ό,τι κι αν σημαίνει αυτό, σίγουρα μόνο καλό δεν είναι).

Είναι, άραγε, το οικονομικό θέμα – πρόβλημα το μέγιστο θέμα που αντιμετωπίζει σήμερα η πατρίδα μας; Οι εξελίξεις ανά τον πλανήτη αποδεικνύουν πως στην Ελλάδα εκδηλώθηκε πιο γρήγορα (γιατί άραγε;) από ότι σε άλλες χώρες… Τίποτε λιγότερο, τίποτε περισσότερο. Μόνο, που, στην Ελλάδα και μόνο προς την Ελλάδα εκτοξεύθηκε η προειδοποίηση - απειλή περί μείωσης της εθνικής μας κυριαρχίας!!! Και ο βραβευμένος σκεπτόμενος υπο-πρωθυπουργεύων δεν σκέφτηκε καν να ρωτήσει τι εννοούσαν τα θλιβερά ευρω-ανθρωποειδή όταν ξεστόμισαν αυτού του είδους την απειλή για την Ελλάδα. Προτίμησε να σιωπήσει (αλλά και να μιλούσε τι θα έλεγε άραγε πέρα από κάποιο ακόμη ψέμα;) και να συνεχίσει να ζει τον μύθο του σε μία πατρίδα που εκ των πράξεών του αποδεικνύει πως δεν την νοιάζεται…

Μαζί με τον τύποις πρωθυπουργεύοντα έτρεξαν να συνταχθούν όλα τα παπαγαλάκια, που αίφνης αποφάσισαν να τηρήσουν την γνώριμη στάση της ομερτά, δηλαδή την άκρα του τάφου σιωπή… Η Ελλάδα απειλήθηκε με συρρίκνωση και με απώλεια εθνικής κυριαρχίας της, αλλά κανείς λαλίστατος κομπορημονούντας δεν βρέθηκε να θέσει ένα έστω ερώτημα προς τους «εταίρους» – δανειστές και «διασώστες» μας: Τι εννοείτε κύριοι με τα λεγόμενά σας; Πόθεν ισχύει απώλεια εθνικής κυριαρχίας για λόγους οικονομίας; Μήπως εσείς κύριε Ρομπάι έχετε τακτοποιημένα τα οικονομικά της δικής σας πατρίδας και είστε άνευ χρεών; Γιατί δεν ξεκινάμε από τους μεγάλους χρεώστες και προτιμάτε να επιτεθείτε σε μία χώρα η οποία επί σειρά δεκαετιών έχει πέσει θύμα ασύδοτων κλεπτών, που άλλοτε φέρουν την μορφή του πολιτικού σωτήρα και άλλοτε φέρουν την μορφή στρατιωτικών δυνάμεων κατοχής;

Ερχόμενοι, όμως, στο ζητούμενο, δηλαδή την απειλή απώλειας εθνικής κυριαρχίας, μήπως πρέπει να αναρωτηθούμε τι εννοούν λέγοντάς του αυτό οι σαπρόμυαλοι της Ευρώπης και τα σημαίνει η σιωπή των ολίγιστων και ριψάσπιδων των Αθηνών; Λέτε να κινδυνεύει η Αττική; Μήπως η Πελοπόννησος, που τόσο φαιδρά χρησιμοποιήθηκε από την κυβερνητική προπαγάνδα ως «αντικείμενο» πώλησης; Μήπως, αναρωτιέμαι, κινδυνεύει να απωλέσει την εθνική της κυριαρχία η Κρήτη, το προπύργιο και η βασική δεξαμενή ψήφων του σοσιαλιστή πρωθυπουργού Γ. Παπανδρέου; Λέτε, να κινδυνεύει η Θεσσαλία ή μήπως τα Επτάνησα; Φυσικά όχι! Ο κίνδυνος απώλειας εθνικής κυριαρχίας, είναι εκείνος ο κίνδυνος περί γεωγραφικής μείωσης της Ελλάδας που ανέφερε η Ψαρούδα Μπενάκη προς τον Κάρολο Παπούλια όταν αυτός πρωτοαναλάμβανε την θέση του Προέδρου της Δημοκρατίας (και που, ω! του θαύματος, κανείς δεν ρώτησε ποτέ την κυρία Ψαρούδα Μπενάκη, αλλά ούτε και τον Κάρολο Παπούλια, τι σήμαιναν τα λόγια εκείνα…!) και που αφορά την εσχατιά αυτής της μικρής, αλλά ταυτόχρονα και τόσο μεγάλης, χώρας.

Εύκολα μπορούν να προσδιοριστούν τα γεωγραφικά διαμερίσματα που βάλλονται έξωθεν και έχουν εγκαταλειφθεί λόγω ανικανότητας (ή σκοπιμότητας;) της εξωτερικής πολιτικής που γίνεται από ερασιτέχνες μάγους, απολύτως αδαών επί των εθνικών θεμάτων αλλά κυρίως με μηδενικό αυτοσεβασμό περί των εθνικών και του έθνους… Με θέματα ανοιχτά στην Ήπειρο και την Θεσπρωτία με τους Τσάμηδες, με θέματα ανοιχτά στην Δυτική Μακεδονία και δη στην Φλώρινα με τους Σκοπιανούς, με θέματα ανοιχτά στην Θράκη και στα νησιά του Ανατολικού Αιγαίου με τους Τούρκους, με τεράστια θέματα ανοιχτά στα Δωδεκάνησα και ιδιαίτερα στην ευρύτερη περιοχή του Καστελόριζου… Με τόσα, λοιπόν, ανοιχτά θέματα, με ανθρώπους που φωνάζουν για τους κινδύνους που επελαύνουν, αλλά κανείς υπεύθυνος εκ του κράτους των Αθηνών δεν ακούει, απορίας άξιο είναι πως κανένας δεν αναρωτήθηκε τι σημαίνει η απειλή των εταίρων μας, αλλά και άλλων ετέρων που προφανώς παρεδόθησαν στις ορέξεις φίλων και εχθρών…

Κάθε μέρα η Αθήνα απομακρύνεται… Κάθε μέρα που περνά, όλο και μακρύτερα βρίσκεται το Καστελόριζο, όλο και πλησιέστερα βρίσκονται οι Τσάμηδες, όλο και απειλητικότεροι δείχνουν οι Τούρκοι… Αλλά, το κράτος των Αθηνών, πρωθυπουργοί, υπουργοί και οι λοιποί αυλικοί, κόλακες και γελωτοποιοί, τηρούν άκρα σιωπή. Μαθητευόμενοι μάγοι ή επαγγελματίες μεσίτες; Τι από τα δύο είναι άραγε όλοι εκείνοι που σιωπούν ενώ γνωρίζουν πολύ καλά, ξέρουν, βλέπουν και ακούνε όλα όσα διαδραματίζονται στις ακριτικές περιοχές της χώρας μας; Πώς να χαρακτηρίσει ένας νηφάλιος αυτή την κραυγαλέα «σιωπή των αμνών» που στην πραγματικότητα είναι ύαινες που περιμένουν υπομονετικά και «νομοτελειακά» να απολαύσουν τα απομεινάρια της άνανδρης σιωπής τους;
  • Γιατί κανείς δεν βλέπει τι γίνεται στην Θράκη, που οργώνεται από πράκτορες και βρίσκεται ένα (μικρό) βήμα πριν από την Κοσοβοποίησή της;

  • Γιατί κανείς δεν μας λέει ποιοι, πότε και γιατί επισκέπτονται από αέρος ή θαλάσσης το Καστελόριζο;

  • Γιατί κανείς δεν παίρνει μέτρα καταστολής στην ασυδοσία που έχει επιβληθεί στα Ελληνοαλβανικά σύνορα, αλλά και στο λιμάνι της Θεσπρωτίας;

  • Γιατί έχει ξεχαστεί ο αλυτρωτισμός των Σκοπίων;

Τι γίνεται, επιτέλους, σε αυτή τη χώρα και η σιωπή έχει πάρει κυρίαρχη θέση απέναντι στις εξελίξεις που μας πλησιάζουν ραγδαία και απειλούν να μας τραυματίσουν πολύ σοβαρά ως έθνος; Γιατί δεν ακούγεται ένα (έστω ένα) μέτρο υπέρ των εθνικών μας ζητημάτων; Ποιοι είναι αυτοί που τολμούν να σιωπούν και ουσιαστικά να αποδέχονται μία μικρότερη Ελλάδα; Ποιόν Έλληνα ρώτησαν και πήραν καταφατική απάντηση να διαχειριστούν την λογική του, την αξιοπρέπειά του, την ιστορία του και κυρίως την ηθική του; Σε ποιο βιβλίο είναι γραμμένο πως μπορούν οι άρχοντες μέσα από συμφωνίες να εγκαταλείπουν την πατρίδα και τους ανθρώπους της; Ποιοι φασίστες και υπάνθρωποι τολμούν να δίνουν και να παίρνουν αυτά που ποτέ δεν μπορούν (και με κανέναν τρόπο) να αποκτήσουν;

Αυτή η χώρα, η πατρίδα η δικιά μου και η δικιά σας, δέχτηκε απειλή. Μία απειλή που έμεινε αναπάντητη επειδή υπήρξαν άλλες προτεραιότητες, όπως κανό, κολύμβηση, διακοπές… Και το δυστυχέστερο είναι πως όλα αυτά δεν τα έκαναν μόνο οι ολίγιστοι κακοί λογιστές που μετράνε και πουλάνε τις ζωές μας στα παζάρια των τραπεζών… Αυτή την αδιάφορη στάση απέναντι στην ευθεία απειλή κρατήσαμε όλοι μας και γίναμε ένα με τους σύγχρονους νενέκους…
  • Επειδή προτιμήσαμε τις διακοπές μας από το να βγούμε στους δρόμους και να φοβίσουμε τους δαίμονες που μας απειλούν...

  • Επειδή προτιμήσαμε να κλείσουμε τους διακόπτες του μυαλού μας για να απολαύσουμε τις χαρές που μας προσφέρει ετούτη η πατρίδα, ξεχνώντας πως το δικό μας χρέος απέναντί της είναι να την κρατάμε ελεύθερη…

  • Επειδή προτιμήσαμε να αναβάλλουμε τους αγώνες, λόγω καύσωνα, ξεχνώντας την φωτιά που μπροστά μας βάζουν κάποιοι στα σπιτικά μας…

  • Επειδή προτιμήσαμε και πάλι τα μικρά προσωπικά μας από τα μεγάλα που απαιτούν οι καιροί…

  • Επειδή προτιμήσαμε να σωπάσουμε και να παρασυρθούμε (για μία ακόμη φορά) από εκείνους που μόνιμα εκμεταλλεύονται εμάς και την πατρίδα μας…

Μην βλαστημάτε, λοιπόν, εκείνους που σας ξεπουλούν όσο-όσο… Πρώτοι εσείς δεν διαμαρτυρηθήκατε όταν σας κρέμασαν στο λαιμό το πωλητήριο εκείνο που σας μετέτρεψε σε δούλους… Η σιωπή των αμνών ταιριάζει σήμερα απόλυτα με την σιωπή των λύκων και των χαρούμενων σαρκοβόρων που μας έχουν περικυκλώσει… Άξιοι της μοίρας μας και ανάξιοι των προγόνων και των επιγόνων μας, γινήκαμε βορά στα πλούσια τραπέζια των μεγάλων αφεντικών, της Νέας Τάξης… Δεν φταίνε αυτοί που μας βάζουνε στο ζύγι της αισχροκέρδειάς τους… Φταίμε εμείς που βουβά δεχόμαστε τους τιποτένιους να ορίζουν το μυαλό και την ζωή μας… Σαν λαός έχουμε γίνει το ζωντανό παράδειγμα πως «δεν φταίει πάντα ο φονιάς, αλλά κάποιες φορές φταίει και ο φονεμένος…». Έχουμε, άραγε, αναρωτηθεί πόσο απέχουμε από το να μεταμορφωθούμε σε περιφερόμενους νεκροζώντανους; Αν όχι, ίσως θα έπρεπε να το πράξουμε. Βρισκόμαστε ήδη στο μεταίχμιο, στο οριακό εκείνο σημείο, που ακολουθεί η απόλυτη δυστυχία και η καταστροφή μας...
γράφει ο Κωνσταντίνος

Χαμένοι στην απελπισία...

Τι κέφι μπορεί να έχει ένας νέος άνθρωπος όταν του λένε από παντού πως, με τα σημερινά δεδομένα,
δεν μπορεί να ελπίζει ούτε ότι θα είναι σε θέση να δημιουργήσει ένα αξιοπρεπές σπιτικό,ούτε ότι θα μπορέσει να μεγαλώσει παιδιά «χωρίς να τους λείψει τίποτα», ούτε ότι θα μπορέσει να ανέβει στη σκάλα της κοινωνικής ιεραρχίας, αλλάζοντας εισοδηματική τάξη, ούτε ότι θα καταφέρει να πραγματώσει τα άλλα όνειρά του..

Μια ολόκληρη γενιά βρίσκεται στα όρια της απελπισίας. Μπορεί κιόλας να τα έχει ξεπεράσει. Αν και αναφέρομαι στο... σύνολο σχεδόν της ελληνικής νεολαίας, στην πιο ευάλωτη θέση βρίσκονται οι τριαντάρηδες. Είναι ήδη μεγάλοι για να μεταναστεύσουν, ή για να... αλλάξουν ριζικά τις βασικές επιλογές που έχουν κάνει στη ζωή τους (σπουδές, κλπ.) και πολύ μικροί για να έχουν μαζέψει ένα απόθεμα εργασιακής εμπειρίας, γνωριμιών και χρημάτων που θα τους προστάτευε από τις χειρότερες κακοτοπιές της κρίσης.

Δεν έχουν την πολυτέλεια να δουλεύουν αμισθί ή για ψίχουλα και ήδη αισθάνονται την ανάσα των απελπισμένων 20άρηδων που είναι πρόθυμοι για εβδομήντα ώρες την εβδομάδα, έναντι 592 ευρώ μεικτά. Οι τελευταίοι, προβληματισμένοι επίσης για το μέλλον τους, τουλάχιστον δεν έχουν ακόμη μεγάλες ανάγκες, ενώ μπορούν πάντα να ελπίζουν ότι «θα φύγουν έξω» και ότι «η ζωή είναι μπροστά τους».

Όσο για εκείνους που πλησιάζουν ή έχουν πατήσει τα δεύτερα – άντα; Αν δεν έχουν κάνει κάτι ακόμη για να πιαστούν από ένα στήριγμα, τότε αντιλαμβάνονται με δέος ότι οι επιλογές τους έχουν στενέψει ασφυκτικά.

Τα ερωτηματικά είναι κοινά και για τις τρεις ηλικιακές κατηγορίες:
τι κέφι μπορεί να έχει ένας νέος άνθρωπος όταν του λένε από παντού πως, με τα σημερινά δεδομένα, δεν μπορεί να ελπίζει ούτε ότι θα είναι σε θέση να δημιουργήσει ένα αξιοπρεπές σπιτικό, ούτε ότι θα μπορέσει να μεγαλώσει παιδιά «χωρίς να τους λείψει τίποτα», ούτε ότι θα μπορέσει να ανέβει στη σκάλα της κοινωνικής ιεραρχίας, αλλάζοντας εισοδηματική τάξη, ούτε ότι θα καταφέρει να πραγματώσει τα άλλα όνειρά του.

Το χειρότερο είναι ότι η γενιά μου – αυτή που ακούει καθημερινά ότι είναι μία χαμένη γενιά – δεν έχει εξοπλιστεί κατάλληλα για να αντιμετωπίσει τη χειρότερη οικονομική κρίση της μεταπολεμικής ιστορίας της χώρας μετά από 15 χρόνια αδιάλειπτης μεγέθυνσης του ΑΕΠ, μαθημένη στο ταπεράκι της μαμάς, τη σύνταξη του μπαμπά και τα τυχερά από τα χωράφια του παππού (εντάξει, δεν είναι όλοι τόσο τυχεροί, αλλά δεν είναι και λίγοι), ήλπιζε ίσως σε μία σίγουρη θέση στο δημόσιο,
ή σε μια «καλή μπίζνα» με ευρωπαϊκή επιδότηση και βρίσκεται σήμερα ξεβράκωτη στ’ αγγούρια.
Δυστυχώς, το κακό μας βρήκε άβγαλτους, ψαρωμένους και μαλθακούς...

Είναι επομένως δικαιολογημένη η αγανάκτηση και η οργή της γενιάς μου.
Υποψιάζομαι όμως, ότι δεν είναι αυτοί που πρέπει οι αποδέκτες της οργής των συνομηλίκων μου: η φίλη που προσλήφθηκε στη ΔΕΚΟ, όπου εργαζόταν ο μπαμπάς της, από τα 22 της και τώρα έχει υποστεί μεγάλη μείωση των αποδοχών της, δεν θα πρέπει να τα βάζει με το Μνημόνιο, αλλά με τον μπαμπά της που την έβαλε εκεί και με τον εαυτό της, που ψήφιζε συγκεκριμένο κόμμα μόνο και μόνο για να την βάλει εκεί.

Η συγγενής μου που μπήκε με μέσο σε ένα άχρηστο δημόσιο φορέα, που σήμερα οδεύει προς κατάργηση, δεν θα πρέπει να οργίζεται με την Τρόικα, αλλά με το ξερό της το κεφάλι. Αν απολυθεί σήμερα, αυτή η κοπέλα δεν θα μπορέσει να επιβιώσει. Ποτέ στη ζωή της δεν έδωσε ένα βιογραφικό, ούτε έχει παλέψει για μια θέση στον ιδιωτικό τομέα...

Ο γνωστός μου που μέσα στις δυσκολίες του πρέπει να υποστηρίζει και τη μάνα του, η οποία τρέφεται από μία σύνταξη των 400 ευρώ, δεν θα πρέπει να οργίζεται με κανέναν άλλον, παρά μόνο με τη μάνα του. Η οποία επέλεξε να βγει στη σύνταξη με 15 χρόνια προϋπηρεσία ως μητέρα ανηλίκου (και τώρα διαμαρτύρεται για τη σύνταξη των 400 ευρώ!).

Το παιδί από τη γειτονιά που απολύθηκε από την καφετέρια που δούλευε και τώρα δεν μπορεί να μπει ταμείο ανεργίας, επίσης με τον εαυτό του και το αφεντικό του πρέπει αγανακτεί. Διότι ήξερε ότι η καφετέρια που δούλευε επιβίωνε τόσα χρόνια επειδή δεν έκοβε ούτε μια απόδειξη και δεν έβαζε ένσημα στον ίδιο (με αντάλλαγμα λίγο καλύτερο μεροκάματο). Και τώρα που έσφιξαν τα πράγματα, η καφετέρια έκλεισε (χρέωνε τον καφέ 4,5 ευρώ βλέπετε) και ο ίδιος έμεινε ξεκρέμαστος.

Όσο για τον κολλητό μου; Εκείνον που με σπουδές και διδακτορικό ξεσκίζεται στον ιδιωτικό τομέα, μέχρι τα άγρια μεσάνυχτα για 872 ευρώ (με τις νέες κρατήσεις 790 ευρώ); Αυτός πρέπει να τα βάλει με όλους: με το αφεντικό του που δεν τον σέβεται και αρνείται να συμβιβαστεί και το ίδιο με τη μείωση του βιοτικού επιπέδου που υφίστανται όλοι οι Έλληνες.

Με την παραδιπλανή του στο γραφείο που τα ξύνει και τσεπώνει τέσσερα χιλιάρικα, επειδή τόσα προβλέπει η άκαμπτη συλλογική σύμβαση μετά από 20 χρόνια προϋπηρεσίας και τα συναφή οικογενειακά επιδόματα.

Με τους εργατοπατέρες που έχουν πετύχει να είναι αδύνατη η απόλυση (λόγω απαγορευτικού κόστους) σε όσους τα ξύνουν και ζουν από τον ιδρώτα των συναδέλφων τους.

Με τα κόμματα και τα μίντια που τόσα χρόνια παρουσίαζαν αυτές τις στρεβλώσεις ως φιλεργατική και κοινωνική πολιτική. Και τέλος, με τους γονείς και τους παππούδες του, που του φόρτωσαν απίστευτα χρέη και ελλείμματα, τα οποία τώρα καλείται να ξεπληρώσει με φρικτές κρατήσεις στον μισθό του.

Έχει με πολλούς να οργιστεί λοιπόν η γενιά μου.
Και πολλά να αλλάξει σε αυτή τη χώρα και μάλιστα άμεσα.
Διαφορετικά, θα πρέπει να συμβιβαστεί με τη μοίρα της χαμένης γενιάς...
Σ.Αντ.
από το greece-salonika

Followers